Scroll Top

dislexia&goneis

Η λέξη δυσλεξία έχει ελληνικές ρίζες. Προέρχεται από το ελληνικό ‘δυς’ (που σημαίνει κάτι δύσκολο) και από το ‘λέξια’ (λέξεις ή γλώσσα). Δυσλεξία είναι οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες που εμφανίζονται, στην ανάγνωση (Δυσαναγνωσία σε ποσοστό 70%), στη γραφή (Δυσγραφία, σε ποσοστό 20%- Κακογραφία), στην ορθογραφία (Δυσορθογραφία, σε ποσοστό 70%) και στα μαθηματικά (Δυσαριθμησία, σε ποσοστό 60%), από τα πρώτα σχολικά χρόνια. Η δυσλεξία δεν είναι ασθένεια. Τα παιδιά με δυσλεξία έχουν ένα χαρισματικό, δημιουργικό και παραγωγικό μυαλό που μαθαίνει απλά με έναν διαφορετικό τρόπο. Έχουν συνήθως υψηλό δείκτη ευφυΐας. Η νοημοσύνη τους δεν είναι το πρόβλημα. Απλά υπάρχει ένα μεγάλο κενό μεταξύ της μαθησιακής τους ικανότητας και αυτά που πρέπει να πετύχουν στο σχολείο. Γι’ αυτό καμιά φορά, δίνουν την εικόνα πως δεν κατανοούν  και οι δάσκαλοι το αποδίδουν στη νοημοσύνη τους.

Σύμφωνα με τα τελευταία διεθνή στατιστικά στοιχεία, , το ποσοστό των παιδιών που εμφανίζει γενικές μαθησιακές δυσκολίες, φτάνει στο 10% του γενικού σχολικού πληθυσμού. Το ποσοστό των παιδιών που εμφανίζει συμπτώματα δυσλεξίας δεν ξεπερνά το 3% με 5% . Για αυτόν τον λόγο οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να είναι ενήμεροι, ώστε να δραστηριοποιηθούν περισσότερο σε θέματα δυσλεξίας και μαθησιακών δυσκολιών.

Πρόσφατες έρευνες στηρίζονται στη διάγνωση της Δυσλεξίας και των Μαθησιακών Δυσκολιών ήδη όταν το παιδί βρίσκεται στην ηλικία των 5 χρόνων.  Τα παιδιά που βρίσκονται σε αυτή την ηλικιακή ομάδα ενδέχεται να εμφανίσουν τα εξής συμπτώματα:

  • Δυσκολεύονται στην προφορά των γραμμάτων της αλφαβήτου.
  •  Μπερδεύουν τις μορφές των γραμμάτων, κυρίως αυτά που μοιάζουν οπτικά. 
  • Δυσκολεύονται στην εξιστόρηση γεγονότων με λογική αλληλουχία. 
  • Εμφανίζουν δυσκολίες στον συντονισμό καθημερινών πράξεων. 
  • Εμφανίζουν δυσκολίες να ονοματίζουν νούμερα, χρώματα και γράμματα, αυτές οι δυσκολίες μπορούν να αποτελέσουν σημάδια δυσλεξίας. 
  • Δυσκολεύονται σε ασκήσεις ομοιοκαταληξίας. 
  • Δεν τελειώνουν τις δραστηριότητές τους. 
  • Δυσκολεύονται να ζωγραφίσουν μέσα σε γεωμετρικά σχήματα ή τα γράμματα της αλφαβήτου.
  • Έχουν φτωχό λεξιλόγιο.

Οι παραπάνω δυσκολίες στηρίζονται στην έλλειψη φωνολογικής ενημερότητας, στην αδύναμη μνήμη και στην αδύνατη ταχύτητα επεξεργασίας.

Γνωρίζοντας τα χαρακτηριστικά των δυσλεκτικών παιδιών στη νηπιακή ηλικία και έχοντας μια καθημερινή επαφή με τις νηπιαγωγούς, οι γονείς είναι  ενήμεροι για το μαθησιακό προφίλ των παιδιών τους. Έτσι, όταν τα παιδιά ξεκινούν το Δημοτικό, οι γονείς μπορούν να ενημερώσουν τους δασκάλους για τυχόν δυσκολίες και έτσι να γίνει πιο εύκολη και πιο εποικοδομητική η παρέμβαση. Ας δούμε, λοιπόν, τα χαρακτηριστικά των παιδιών με δυσλεξία στο Δημοτικό.

  • Δυσκολίες στην ανάγνωση. Έρευνες έχουν δείξει ότι οι αναγνωστικές δυσκολίες οφείλονται κυρίως σε ανεπάρκεια φωνολογικής επεξεργασίας. Δηλαδή, το παιδί να έχει τη δυνατότητα να αναγνωρίζει τους ήχους των γραμμάτων ώστε να φτιάχνει λέξεις
  • Δυσκολίες στην κατανόηση κειμένων (ιδιαίτερα στα μαθήματα ιστορίας και θρησκευτικών).
  • Δυσκολίες στον προφορικό λόγο (αναγραμματισμοί, εκφραστικά λάθη).
  • Δυσκολίες στην ορθογραφία, δηλαδή, δυσορθογραφία (αυτές αναφέρονται κυρίως σε γραμματικούς κανόνες, π.χ. οι καταλήξεις των ουσιαστικών, των ρημάτων ή των επιθέτων, χρήση κεφαλαίων ανάμεσα στα μικρά).
  • Δυσκολίες στον γραπτό λόγο.
  • Δυσγραφία ή κακογραφία.
  • Δυσκολίες στα μαθηματικά-δυσαριθμισία.
  • Δυσκολίες στην οπτική επεξεργασία των λέξεων.
  • Δυσκολίες στη ακουστική επεξεργασία των λέξεων.
  • Δυσκολίες στην εκμάθηση ξένης γλώσσας
  • Δυσκολίες στον προσανατολισμό, στο χώρο και στο χρόνο.
  • Μη καθορισμένη πλευρίωση.
  • Αδύνατη μνήμη ακολουθιών.
  • Δυσκολίες κοινωνικό-συναισθηματικής φύσεως.
  • Διαταραχές ελλειμματικής προσοχής. 

Ορισμένα από τα παραπάνω χαρακτηριστικά συνεχίζουν να επιμένουν και στο Γυμνάσιο. Αυτό, σύμφωνα με τους Πολυχρονοπούλου, Σ. (2012) και τον Wasserman, J. (2013), οφείλεται στην αργοπορημένη διάγνωση, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι έφηβοι να εμφανίσουν συναισθήματα αγωνίας απογοήτευση και ματαίωσης και κατά συνέπεια να χάσουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και να μη θέλουν να μπουν σε πρόγραμμα παρέμβασης. Αυτά είναι:  

  • Κάνουν λάθη στη θεματική ορθογραφία των λέξεων
  • Κάνουν λάθη στην καταληκτική ορθογραφία των λέξεων, αν και γνωρίζουν τους γραμματικούς κανόνες
  • Στο γραπτό κείμενο παραλείπουν τα σημεία στίξης
  • Συνεχίζουν να κάνουν συντακτικά λάθη
  • Η δομή ενός γραπτού παραμένει απλή. Πολλές φορές ξεχνούν να βάλουν πρόλογο ή επίλογο
  • Για εκείνους ένα καλό γραπτό θεωρείται αυτό που δεν έχει ορθογραφικά λάθη και όχι η δομή του
  • Όταν το κείμενο έχει πολλά ορθογραφικά λάθη, δυσκολεύονται να τα αναγνωρίσουν και να κάνουν αυτοδιόρθωση
  • Δυσκολεύονται στις περιλήψεις
  • Έχουν φτωχό λεξιλόγιο
  • Δυσκολία στην επεξεργασία ακουστικών πληροφοριών.
  • Έλλειψη οργάνωσης
  • Διστακτικός λόγος

Με τα τελευταία στοιχεία και σύμφωνα με το International Dyslexia Association,  στις οικογένειες που υπάρχει ιστορικό Δυσλεξίας και Μαθησιακών Δυσκολιών (κληρονομικοί παράγοντες σε ποσοστό 80%),

η αξιολόγηση των παιδιών θα πρέπει να ξεκινήσει  τον Φεβρουάριο της Α΄ Δημοτικού (δηλαδή στα μέσα της Α΄ Δημοτικού), καθώς το πρώιμο πρόγραμμα παρέμβασης μπορεί να αποδειχτεί καθοριστικό για την μετέπειτα μαθησιακή πορεία των παιδιών. Σύμφωνα με την Πολυχρονοπούλου Σ. (2012), όταν η διάγνωση γίνεται στις δύο πρώτες τάξεις του Δημοτικού, τα ποσοστά επιτυχημένης παρέμβασης είναι 82%, στην Γ΄ τάξη του Δημοτικού τα ποσοστά είναι 46% και στις δύο τελευταίες τάξεις τα ποσοστά είναι 15%. Σύμφωνα, πάλι, με διεθνής βιβλιογραφία, η πιο σωστή ηλικία για να αξιολογηθούν οι όποιες μαθησιακές δυσκολίες είναι  από τα μέσα της Β΄ Δημοτικού (και όχι από το τέλος) και  η αξιολόγηση να ολοκληρώνεται στις αρχές της Γ΄ Δημοτικού.

Εφόσον ο γονιός διαπιστώσει κάποια από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, σε όποια ηλικιακή ομάδα και αν ανήκει το παιδί του, συνεχίζουν να επιμένουν και έχει ενημέρωση και από τον δάσκαλο της τάξης, καλό είναι να υπάρχει ένας ανιχνευτικός μαθησιακός έλεγχος, έστω και αν είναι προληπτικός.

Ο γονιός απευθύνεται σε αρμόδιους δημόσιους φορείς, όπως τα ΚΕΔΔΥ (Κέντρα Διάγνωσης Διαφοροδιάγνωσης και Υποστήριξης), τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ) και τα Δημόσια Νοσοκομεία. Εκεί η κατάλληλη και εξειδικευμένη ομάδα, η οποία απαρτίζεται από  Ψυχολόγο, Κοινωνικό Λειτουργό, Ειδικό Παιδαγωγό, Λογοθεραπευτή, Εργοθεραπευτή και Παιδοψυχίατρο αξιολογούν το παιδί, μιλάνε με τους γονείς και μέσα από μια ειδική διαγνωστική έκθεση δίνουν τις κατάλληλες κατευθύνσεις. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί πως, πολλές φορές, η αναμονή για να βρουν οι γονείς ένα ραντεβού είναι μεγάλη. Για αυτόν τον λόγο, απευθύνονται σε Ιδιωτικούς Φορείς, όπου και εκεί η αξιολόγηση γίνεται από εξειδικευμένη ομάδα.

Ο κάθε εξεταστής, ανάλογα με την ηλικία και το επίπεδο που βρίσκεται ο  μαθητής, κρίνει ποια θέματα θα δοθούν και σε ποιο βαθμό, για αξιολόγηση. Ο μαθητής, ενημερώνεται, πάντα, από τον ίδιο τον εξεταστή, σε ποια κομμάτια θα αξιολογηθεί και για ποιον λόγο.

Ο γονιός έχοντας την έκθεση αξιολόγησης είτε από δημόσιο φορέα είτε από ιδιωτικό, ενημερώνει με τη σειρά του τον δάσκαλο της τάξης, ώστε να δοθούν οι απαραίτητες κατευθύνσεις.  Έπειτα, απευθύνεται σε Ειδικό Παιδαγωγό, εξειδικευμένο σε θέματα Δυσλεξίας και Μαθησιακών Δυσκολιών και πολύ καλά εκπαιδευμένο τόσο στο κομμάτι της αξιολόγησης, όσο και στο κομμάτι της παρέμβασης. Ο γονιός οφείλει να ζητήσει από τον Ειδικό Παιδαγωγό να του περιγράψει με σαφήνεια το πρόγραμμα παρέμβασης που θα ακολουθήσει και συγκεκριμένα σε ποιες μεθοδολογίες θα στηρίζεται, να διασφαλίσει τη συνεργασία του με τον δάσκαλο της τάξης, να διερευνήσει αν υπάρχει χημεία με το παιδί του και να σιγουρευτεί πως εκείνος έχει την επιθυμία να ζητήσει την εμπλοκή του γονιού στους τρόπους που μπορεί εκείνος να βοηθήσει το ίδιο του το παιδί.

 

Ιωάννα Δημητριάδου

                                                                                             Ειδική Παιδαγωγός

Βιβλιογραφία